Παρασκευή 14 Σεπτεμβρίου 2012

Έριξε χυλόπιτα η Λόλα στον Καρνέησον, τσακίστε τους φασίστες με ρόπαλα του baseball.

Κάθομαι στο χορτάρι, είναι βρεγμένο. Κοιτώ τον ουρανό, αστέρια, νέφη, πλάση. Η ζωή μου μπαίνει σε μια νέα φάση, την ύστερη εφηβική. Θα ανεξαρτητοποιηθώ , στο μέτρο του δυνατού. Θα περάσω στη σχολή πρώτης ή δεύτερης προτίμησής μου. Ο χορός αρχίζει.


Βαρέθηκα ουρανό, στρέφομαι στο έδαφος. Στα πόδια μου, ένα ζευγάρι μελί, λαμπερά, ευμεγέθη μάτια με προβληματισμένο ύφος, κοιτούν αόριστα. Κοντοστέκω το λογισμό μου· μειδιώ, το κεφάλι μου αδειάζει, σκύβει, το στομάχι μου εξαϋλώνεται, η αναπνοή γίνεται κοφτή, βίαιη, συριχτή.

Πάντα ο ίδιος κατακλυσμός.


Πλέον δεν κοιτώ τ' άστρα.
Ο χορός μ' αφήνει να ξαποστάσω ίσα να δω την αντανάκλασή τους. Μια λάμψη μοναδική, αγγελική, θεσπέσια. Απαραίτητη, ζωτικής σημασίας μάλλον.

Όλα αυτά
και άλλα πολλά
ανίκανα να τυποποιηθούν σε είκοσι και τέσσερα σύμβολα





σε ένα ζευγάρι μελί, λαμπερά, ευμεγέθη μάτια.